Ανάμεσα στις κυριότερες συνεισφορές της μελέτης αυτής ξεχωρίζουν:
-- Η ελκυστική και πειστική θεωρία (σελ. 41-58) για την προέλευση των Συλλαίων από ακρίτες της Βυζαντινής Συρίας που υποχώρησαν αρχικά στο Σύλλαιον της Παμφυλίας (κοντά στην Αττάλεια) και μεταφέρθηκαν λίγους αιώνες αργότερα στην περιοχή του Ικονίου από τους Σελτζούκους, βασιζόμενη στην πρόσθετη σημασία "ακρίτας" του όρου "Τσάκωνας" (λόγω καταγωγής πολλών ακριτών), που εξηγεί και τους θρύλους της απευθείας μεταφοράς ή μετανάστευσης Λακώνων στην περιοχή του Ικονίου που αναφέρει ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Κύριλλος ΣΤ' (1). Η θεωρία αυτή πρωτοδιατυπώθηκε από τον
Γεώργιο Σκαλιέρη (σελ. 224-225 & 343-344) στο σύγγραμμα του
Λαοί και φυλαί της Μικράς Ασίας: Μετά πινάκων και χαρτών (1922), με εσφαλμένη όμως ταύτιση Σύλλης και Συλλαίου, όπως επισημαίνει ο συγγραφέας, που θεωρεί ότι οι νεοφερμένοι απλά έδωσαν στην καινούργια πατρίδα το όνομα της παλιάς.
-- Η παράθεση επιγραφής από την γειτονική μονή του Αγίου Χαρίτωνος (σελ. 65-66) που δείχνει ότι το 1288 οι Συλλαίοι μνημόνευαν πρώτα τον Οικουμενικό Πατριάρχη (Γρηγόριο), ύστερα τον Ευσεβέστατο Βασιλέα και Αυτοκράτορα Ρωμαίων (Ανδρόνικο), και τέλος τον Μεγαλογενή Μεγάλο Σουλτάνο και Αυθέντη των (Καϊκαούση).
-- Η πρώτη νεότερη αναφορά (σελ. 77) στην Σύλλη και στον ελληνορθόδοξο πληθυσμό της, από τον περιοδεύοντα Πατριάρχη Ιεροσολύμων
Χρύσανθο Νοταρά, που σημείωσε (Οκτώβριος 1722) στο "Οδοιπορικό" του
Ελάβομεν από κοτζά-Στέφανον και κοτζά-Γεώργιον τους επιτρόπους τα άσπρα του κουτίου από το χωρίον Σίλλε, γρόσια 100
-- Η αναφορά (σελ. 72-76) των 18 Οθωμανικών φιρμανιών (από 1690 έως και 1809) με τα οποία επικυρώνονταν διάφορα προνόμια που είχαν παραχωρηθεί στους Συλλαίους από τον Σελτζούκο Σουλτάνο Αλλαεντίν Α'. (Τα φιρμάνια αυτά, που φαίνεται να είναι άγνωστα στους Τούρκους ερευνητές, είναι κατατεθειμένα στην Εθνική Βιβλιοθήκη από το 1925, μαζί με επιμελημένες μεταφράσεις που υπέβαλε ο
Γεώργιος Μαυροχαλυβίδης το 1955. Το φιρμάνι της 13/8/1759 παρατίθεται, μαζί με την μετάφραση Μαυροχαλυβίδη, στις σελίδες 226-227.)
-- Οι πολύτιμες πληροφορίες (σελ. 80) για τον εκ Καλαβρύτων διδάσκαλο
Γρηγόριο Ιωαννίδη, που εκδιώχτηκε από το ελληνικό σχολείο του Ικονίου λόγω της Επανάστασης του 1821 και για κάποιον
Βασίλη Σιλλελή που υπηρέτησε στην
Ιωνική Φάλαγγα, σώμα Ελλήνων Μικρασιατών που πολέμησαν στην Ελλάδα του 1821.
-- Η παράθεση αυτούσιας της επιστολής (16 Δεκεμβρίου 1906), σελ. 113, των Συλλαίων ταπητουργών
αδελφών Βαϊανού προς τον πρόεδρο του Μικρασιατικού Συλλόγου Αθηνών
"Ανατολή", καθηγητή Μαργαρίτη Ευαγγελίδη, με την οποία ζητούν να μάθουν
πόθεν δυνάμεθα να προμηθευθώμεν αναπαραστάσεις αναγλύφων αρχαίας ελληνικής τέχνης ή και άλλων παραστάσεων επίσης ελληνικών σχεδίων, όπως εφαρμόσωμεν αυτάς επί των ταπήτων της κατασκευής μας
[Πράγματι υπάρχει μαρτυρία (σελ. 112) για την εμφάνιση "θαυμασίων σχεδίων εκ της ελληνικής μυθολογίας" σε τάπητες των
αδελφών Βαϊανού σε έκθεση ταπήτων στο Ικόνιο ... το φθινόπωρο του 1914!]
-- Η εκτενής και τεκμηριωμένη αναφορά στις προσπάθειες ίδρυσης Σχολής Νηπιαγωγών στην Σύλλη (1907-1911), σελ. 127-132.
-- Η μαρτυρία Σπαρτιατών (της Πισιδίας) για 'τάγμα εργασίας' αποδεκατισμένων και εξουθενωμένων Συλλαίων που πέρασε από την περιοχή τους (σελ. 89), αλλά και η αναφορά του
Μητροπολίτου Ικονίου Προκοπίου για διώξεις Ελλήνων στην περιοχή του (σελ. 90-91) σε επιστολή του (2 Φεβρουαρίου 1915).
-- Η μαρτυρία του
Γεωργίου Κοπάση -- αναδημοσιευόμενη (σελ. 94-95) από την
Έξοδο Β' του
Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών -- για την θανατερή εξορία των Συλλαίων το 1922 (από μία ομάδα 420 ατόμων που ξεκίνησαν από το Ικόνιο τα Χριστούγεννα του 1921 έφτασαν στο Ντιάρμπεκιρ 60-70).
-- Η παράθεση (σελ. 198-199) μεγάλου μέρους της επιστολής (Ικόνιον, 17 Μαϊου 1924), σωζόμενης στο
Ιστορικό και Εθνογραφικό Μουσείο των Ελλήνων της Καππαδοκίας, του τελευταίου δημάρχου Σύλλης
Ιωάννη Χριστοφορίδη (και μόνου άνδρα που παρέμενε πλέον στην Σύλλη) προς τον Δημήτριο Οικιάδη, Έλληνα πληρεξούσιο στην 8η Υποεπιτροπή της Μεικτής Επιτροπής Ανταλλαγής Πληθυσμών, τον οποίον ερωτά
Θα ήτο άραγε δυνατή η μεταφορά της εν τη εκκλησία μας μαρμαρίνης πλακός του τάφου του Πορφυρογεννήτου Ιωάννου του Κομνηνού, τελευτήσαντος ότε ην όμηρος παρά τω Σελτζούκω Σουλτάνω του Ικονίου και ταφέντος εις την εσχάτως καταστραφείσαν μονήν του Αγίου Χαρίτωνος;
[Η πλάκα αυτή του 1297 βρίσκεται σήμερα στον περίβολο του Αρχαιολογικού Μουσείου του Ικονίου, και κάποιοι από εμάς την είδαν εκεί κατά την διάρκεια της
εκδρομής της Ένωσης Συλλαίων τον Αύγουστο του 2010. Αν και δεν ερμηνεύτηκε πλήρως πριν από το 1937, οι Συλλαίοι γνώριζαν ότι μνημονεύει τον αυτοκρατορικό απόγονο Μιχαήλ Κομνηνό, ήδη από το 1766 (μαρτυρία
Carsten Niebuhr), βλέπε:
Τάκη Σαλκιτζόγλου Η ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΧΑΡΙΤΩΝΟΣ ΣΤΗ ΣΥΛΛΗ ΤΟΥ ΙΚΟΝΙΟΥ (Ένας διάλογος Ορθοδοξίας - Ισλάμ στον 13ο αιώνα), Δελτίο Κ.Μ.Σ., τόμ. ΙΣΤ', σελ. 119-166, 2009.]
-- Και πάλι ο
Ιωάννης Χριστοφορίδης, εμφανίζεται, χάρις σε προφορική αφήγηση του αείμνηστου γιου του
Μιχάλη Χριστοφορίδη, διατεθειμένος ακόμη και να δολοφονήσει (!) τον δικτάτορα Πάγκαλο λόγω της απόφασης του να αποτρέψει την αποστολή κάποιων Μουσουλμάνων Τσάμηδων στην Τουρκία (στα πλαίσια της Ανταλλαγής Πληθυσμών) και την δημιουργία στην Θεσπρωτία της "Νέας Σύλλης" (υποσημ. 357, σελ. 201).
Ανάμεσα στις πολλές φωτογραφίες που προστέθηκαν στην νέα έκδοση της "Σύλλης":
-- Το κωδωνοστάσιο του ναού του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (σελ. 38, Αρχείο Κ.Μ.Σ.)
[Βλέπε σχετικά και:
Τάκη Σαλκιτζόγλου,
Η καμπάνα του ναού του Αρχαγγέλου Μιχαήλ της Σύλλης,
Μικρασιατική Ηχώ, φύλλο 432, Ιανουάριος-Μάρτιος 2016.]
-- Η περιμετρική αναθηματική επιγραφή (1816) της Αγίας Τράπεζας του ναού του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (σελ. 184) και η επιτύμβια πλάκα (1870) των Γεωργίου και Διαμάντας Ασταρτζή και του εγγονού τους Χαρίτωνα (σελ. 141), χαραγμένες και οι δύο σε αρχαΐζοντα ελληνικά.
-- Η φωτογραφία του συγγραφέα σε ηλικία 17 μηνών με νηπιακό (!) ετέκσε (1936), τρυφερά τοποθετημένη δίπλα στην περί Σχολής Νηπιαγωγών συζήτηση που αναφέρθηκε παραπάνω (σελ. 130), καθώς και η φωτογραφία του Ε. Παπαθεοφάνους όρθιου πάνω σε καρέκλα την πρώτη μέρα που θα πήγαινε στο νηπιαγωγείο της Σύλλης (σελ. 238).
-- Η φωτογραφία από τον εορτασμό του Αγίου Γεωργίου, που περιλάμβανε την ολονύκτια μετάβαση σε μία τοποθεσία που ονομάζονταν "Άραβας Γιώργης", σε ανάμνηση ίσως -- και σύμφωνα με την θεωρία προέλευσης των Συλλαίων που προαναφέραμε -- κάποιου εθίμου από κάποια μακρινή πατρίδα (σελ. 169). Ο εορτασμός αυτός αναφέρεται από τον
Γεώργιο Μαυροχαλυβίδη (3).
-- Από τις φωτογραφίες της
Γερτρούδης Μπελ (1905) ξεχωρίζει η έξυπνη σύζευξη δύο φωτογραφιών της μονής του Αγίου Χαρίτωνος σε μία (σελ. 30-31).
-- Από τις φωτογραφίες του ανακαινισμένου ναού του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (2012) ξεχωρίζει η φωτογραφία του ιερού με τις αποκαλυφθείσες τοιχογραφίες της δεύτερης φάσης τοιχογράφησης (σελ. 229).
Ανάμεσα στις προσθήκες της νέας έκδοσης σημαντικότερη είναι η τελική ενότητα ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΥΜΜΕΙΚΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΗ, που αποτελείται από τα άρθρα του συγγραφέα
Η Χριστιανική παράδοση για την Αγία Θέκλα,
Το πέτρινο γεφύρι της Σύλλης (αναπάντεχη αναφορά στην Τουρκο-Αιγυπτιακή σύγκρουση του 1832),
Το βαρύτιμο παραπέτασμα της Ωραίας Πύλης, από
Το τραγούδι της Καμάρας (παραλλαγή του Γεφυριού της Άρτας στα Σιλλιώτικα και στα Νεοελληνικά, τραγουδισμένη από τον 'μπερμπάντη' αγγειοπλάστη
Σάββα Βασιλειάδη), και από ανέκδοτη επιστολή (Κ.Μ.Σ.) του
Γιώργη Καρίπογλου (προς τις κυρίες Κιουντούκογλου Θοδώρα και Βεζιρτζόγλου Ζωή),
επίσης στα Σιλλιώτικα και Νεοελληνικά (28 Μαρτίου 1954), στο υστερόγραφο της οποίας αναφέρεται η μαγνητοφώνηση της "Καμάρας" (από τον ίδιο και τον
Γεώργιο Μαυροχαλυβίδη):
Μπερμπάτση Σάββας μι τ' τζουράν του τραγούρησι καμάρας τραγούρι κ' πήραμ' τα σ' γραμμοφώνι, να τα ξέριτι.
Προστέθηκαν επίσης στην νέα έκδοση το τμήμα της
επιστολής (13 [14] Μαΐου 1905) της
Γερτρούδης Μπελ που αναφέρεται στην Σύλλη (σελ. 82-83) και μικρό απόσπασμα (σελ. 196) από το ημερολόγιο (1921) του καθηγητή της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης και μέλους της
Μικρασιατικής Άμυνας Ηλία Αλτίνογλου (πεθερού αργότερα του Μίκη Θεοδωράκη):
Οι πλείστοι κάτοικοι κρημνίζουν τας οικίας και πωλούν τα υλικά. Π. χ. στη Σίλλη υπήρχαν 1.000 (χίλιες) οικίες. Προ 8 ετών 640. Προ 2 ετών 250. Τώρα κρημνίζονται τα υπόλοιπα υπό στρατιωτών δια να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμη ύλη. Αι υλικαί ζημίαι μόνον εις Σίλλην ανέρχονται ίσως εις ένα δισεκατομμύριον.
Όπως γράφει ο συγγραφέας στο τέλος του Επιλόγου (σελ. 206):
Η μισοπραγματική - μισοφανταστική εικόνα της σημερινής Σύλλης, πράγμα περίεργο, διατηρεί ακέραια τη σχέση της με την πάλαι ποτέ ακμαία Σύλλη των Ελλήνων. Κυρίως γιατί επιβάλλεται στον επισκέπτη με τον περίλαμπρο βυζαντινό ναό της και επειδή εξακολουθεί πάντα να στεφανώνεται από τις γύρω αρχαίες σπηλιές της, τεράστιες κερήθρες ενός μελισσιού, απ' όπου οι μέλισσες έχουν προ πολλού πετάξει.
Δύσκολη η αναψηλάφηση μιας κοινότητας που έχει πετάξει σ' άλλα μέρη, ειδικά όταν το μικρό της μέγεθος και η απόμακρη τοποθεσία της την άφηνε έξω από τις λεωφόρους των ιστορικών: για να ολοκληρώσει αυτό το βιβλίο, ο συγγραφέας όφειλε να κινηθεί στις ατραπούς της Ιστορίας, συλλέγοντας πληροφορίες από κάθε πιθανή και απίθανη πηγή, αναζητώντας την αγαπημένη Σύλλη παντού και πάντοτε! Οι αναφορές στην μακρινή πατρίδα σχετικά λίγες, οι αφιερωμένες σ' αυτήν μελέτες ελάχιστες* ... αλλά ο συγγραφέας προχώρησε απτόητος, χαρίζοντας μας ένα έργο ευρύτερου ενδιαφέροντος, ένα πολύτιμο εργαλείο μελέτης του Μικρασιατικού Ελληνισμού.
Κάποιες από τις δυσκολίες της συγγραφής γίνονται φανερές από τα παρακάτω (που τονίζουν επίσης την αντικειμενικότητα και ενδελέχεια του βιβλίου):
-- Σύμφωνα με στατιστική του έτους 1905 ... υπηρετούσαν στην Σύλλη τέσσερις 'απαίδευτοι' ιερείς και κανείς 'πεπαιδευμένος' (σελ. 152), ενώ μέρος επιστολής (23 Μαρτίου 1903) του εφημέριου Σύλλης,
αρχιμανδρίτη Θεοφάνη, που παρατίθεται στην σελίδα 155, εξασθενεί τον ισχυρισμό (παρά την παραδοχή του γράφοντος):
Τώρα εις το Ικόνιον εγέμισαν οι Προτεστάντηδες, οι Ιησουΐτηδες, οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί. Έχουν σχολεία όλα δωρεάν και κλέπτουν τα τέκνα μας. Ημείς είμεθα ανάξιοι ποιμένες, δεν ημπορούμεν να φυλάξωμεν τα πρόβατα μας, διότι δεν ξεύρομεν γράμματα.
-- Ενώ ο διδάσκαλος
Γεώργιος Ασκητόπουλος, που δίδαξε στην Σύλλη στις αρχές του 20ου αιώνα (βλέπε και
ιστορική φωτογραφία σελίδας 121) και την επισκέφθηκε και πάλι τον Ιανουάριο του 1914, γράφει στις 7-10-1918, εντυπωσιασμένος από την πνευματική της ζωή και γενικότερη ευημερία, για "κομψήν και φιλόξενον ελληνόφωνον κωμόπολιν, την οποίαν δύναμαι να ονομάσω Μικρούς Παρισίους" (σελ. 145), στην αναφορά του Έλληνα προξένου στο Ικόνιο της 5-7-1916 διαβάζουμε (σελ. 106) για τους Συλλαίους:
Εν τη μεγάλη δε ταύτη οικονομική ευημερία και ακμή περί ουδενός δυστυχώς εθνικώς σοβαρού αντικειμένου ηδυνήθησαν να σκεφθώσι καν, εσπατάλησαν δε άπαντα τα κακώς κεκτημένα πλούτη εις έργα κενοδοξίας, ανεγείροντες εντός χαραδρών ιδιωτικά προς επίδειξιν μέγαρα πολυδάπανα και πάσης ηδυπαθείας, διαφθοράς και κακοηθείας...
[Σχεδόν ολόκληρη η αναφορά του Έλληνα προξένου για τις Ελληνορθόδοξες κοινότητες της Λυκαονίας και της Καππαδοκίας παρατίθεται σε παράρτημα (σελ. 581-596) του βιβλίου της
Σίας Αναγνωστοπούλου "Μικρά Ασία 19ος αιώνας - 1919".]
Πέρα από τα 'δύσκολα', όπως αυτά που μόλις αναφέρθηκαν, υπάρχουν και τα 'εύκολα', με ένα από τα οποία (σελ. 174) τελειώνω:
Όταν κάποτε ζητούσαν πληροφορίες από κάποιες γυναίκες πρόσφυγες από το Μιστί της Καππαδοκίας, για την περιγραφή της δικής τους παραδοσιακής φορεσιάς, αυτές απάντησαν:
Μα τι να σου πούμε, κόρη μου! Θαρρείς ότι φοράγαμε πάνω μας τα χρυσάφια και τα στολίδια της Σιλλιώτισσας;
[Το υπέροχο αυτό στιγμιότυπο, την διάσωση του οποίου οφείλουμε στην
Άννα Γουίλ-Μπαδιεριτάκη, μου δίνει την ευκαιρία να επαινέσω την διαρκή προσπάθεια του συγγραφέα να αντιπαραβάλει την Σύλλη με άλλες μικρασιατικές ή και ελλαδικές κοινότητες: διαβάζουμε για παράδειγμα ότι η φράση "δάσκαλε, το κρέας δικό σου, τα κόκκαλα δικά μου", με την οποία παρέδιδε ο πατέρας τον γιο στον δάσκαλο, και την οποία διασώζει η
Νέλλη Μελίδου-Κεφαλά (5), αναφέρεται επίσης από τον
Νίκο Καζαντζάκη (υποσημ. 231, σελ. 132).]
*Κύριες πηγές του συγγραφέα, κατά χρονολογική σειρά:
-- (1) "Ιστορική περιγραφή του εν Βιέννη προεκδοθέντος χωρογραφικού πίνακος της μεγάλης Αρχισατραπείας Ικονίου" (Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Κύριλλος ΣΤ', 1815)
-- (2)
"Ο Συλλαίος" (
Νικόλαος Βακαλόπουλος, 1909)
-- (3) "Η Σίλλη" (
Γεώργιος Μαυροχαλυβίδης, 1953)
-- (4) "Το γλωσσικό ιδίωμα της Σύλλης" (
Θανάσης Κωστάκης, 1968)
-- (5)
"Πρόσφυγες από τη Σίλλη Ικονίου -- Η προσαρμογή ενός πληθυσμού εμπόρων στην Ελλάδα" (
Νέλλη Μελίδου-Κεφαλά, 1987/2015)
[
Takis Salkitzoglou's "Sille of Konya, a Greek town in the heart of Asia Minor" was very recently republished by Baltas Publisher, improving and augmenting the 2005 publication by the Institute of Greater Hellenism. Highlights include: the theory of Sille having been established by the transfer, by the Seltzuks, of descendants of Byzantine border guards ("Tsakones") from Syllaion (near Antalya), building on
Georgios Skalieris' 1922 theory; a 1288 inscription from the St. Hariton monastery mentioning first the Ecumenical Patriarch (Gregorios), then the Byzantine Emperor (Andronikos), and last the Seltzuk Sultan (Kaykaus); an October 1722 mention of Sillean donation by the traveling Jerusalem Patriarch
Chrysanthos Notaras; brief discussion of the 18 Ottoman firmans (1690-1809), apparently unknown to Turkish researchers, corroborating Sille privileges granted by the Seltzuk Sultan Alaeddin A', brought by Silleans to Greece and translated by
Georgios Mavrohalyvidis in 1955; the dismissal of Kalavrytan teacher
Gregorios Ioannidis from a Konya Greek school in 1821, as well as the participation of a certain
Vassilis Sillelis to the revolution in Greece; a 1906 letter by the
Vaianos brothers, requesting ancient Greek designs for their carpets; the attempts (1907-1911) to establish a school for kindergarten teachers in Sille; the testimonies by
Konya Metropolitan Prokopios (February 2, 1915) on persecution of Greeks and by Isparta Greeks on a 'labor battalion' consisting of decimated and exhausted Silleans; the testimony by
Georgios Kopassis about only 60-70 exiled Greeks, out of 420 departing from Konya on Christmas 1921, arriving at Diyarbekir in early 1922; a 1921 reference by
Ilias Altinoglou to the destruction of Sille houses, both by their own owners and by Turkish soldiers; the failed attempts by Sille's last mayor,
Ioannis Christoforidis, to bring to Greece the 1297 Manuel Komnenos tombstone (shown above) and to establish a New Sille in Thesprotia; 1905 Sille
photos by
Gertrude Bell, including a 'double' photo of St. Hariton's monastery, as well as her 5/13/1905
letter mentioning Sille; a photo of Archangelos Michael's bell tower; photos of inscriptions from 1816 (Archangelos Michael's altar) and 1870 (tombstone) in Archaic Greek; photos of the author in toddler's Sillean dress (1936) and of E. Papatheophanous standing on a chair on his first day to attend kindergaten in Sille; a photo from the 'Arab St. George' all-night celebration (a tradition recorded by
Georgios Mavrohalyvidis); three brief articles by the author (on the Hagia Thekla local legend, on
Sille's stone bridge (and its unexpected role in the Turkish-Egyptian war of 1832), and on the legend of the Archangelos Michael iconostasis curtain); the Sillean version of the Arta Bridge song (as performed in 1954 by potter
Savvas Vasiliadis and recorded by
Georgios Mavrohalyvidis) and a 1954 letter by
Giorgis Karipoglou, both in Sillean Greek with Modern Greek rendering; contrasting reports and evidence on the education of Sillean priests and on the Hellenicity of Silleans; a lovely testimony, by a woman from Misti of Cappadocia, recorded by
Anna Weale-Badieritaki, on the gold and ornaments of the traditional Sillean dress.]