Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2025

Η Εξορία των Χριστιανών Συλλαίων (1921)

Η εξορία των Ελλήνων της Μικρασιατικής ενδοχώρας (Ελληνορθόδοξων (κατά το πλείστον) Χριστιανών οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις -- όχι της Σύλλης -- δεν ήταν πλέον Ελληνόφωνοι) στα ενδότερα της ενδοχώρας το 1921 δεν μοιάζει να είναι πολύ γνωστή στην Τουρκία και δεν έχει μελετηθεί επαρκώς στην Ελλάδα. Η ως άνω εξορία ήταν ένα μέτρο που ελήφθη ώστε να αποτραπεί πιθανή συνεργασία του ως άνω πληθυσμού με τον προελαύνοντα Ελληνικό Στρατό, είτε μέσω απόστασης είτε μέσω θανάτου. Το σημείωμα αυτό εστιάζει στην περίπτωση της Σύλλης (και, αναπόφευκτα, του Ικονίου), χρησιμοποιώντας κυρίως Ελληνικές πηγές, και είναι μια έκκληση για περαιτέρω έρευνα της εξορίας, είτε από την Σύλλη είτε από άλλες κοινότητες. Περαιτέρω σχόλια, είτε από τον συγγραφέα είτε από αναγνώστ(ρι)ες του, μπορούν να αναρτηθούν εδώ οποτεδήποτε.

[Μία σημαντική Τουρκική πηγή, σε μετάφραση Jack Snowden, https://retired.academia.edu/JackSnowden , κατέστη διαθέσιμη από τον Οκτώβριο του 2024 και θα αναφερθεί συχνά εδώ (ως "Snowden"): πρόκειται περί του πρώτου μισού των αναμνήσεων του Διευθυντή των Τουρκικών Σιδηροδρόμων Behic Erkin, σε επισκόπηση Ziya Gurel, αναρτημένες στο https://www.academia.edu/124359434/The_Birth_of_Turkish_Railroads_During_the_War_of_Independence_Based_on_Its_Founders_Records .]

Πιστεύεται γενικά ότι, σε μεγάλο βαθμό, η άνευ συγκρούσεων Μικρασιατική ενδοχώρα, ιδίως η Καππαδοκία, απέφυγε τις ωμότητες της Ιωνίας και του Πόντου. Αλλά φαίνεται επίσης ότι όσο πιο κοντά στο Μέτωπο ήταν μια κοινότητα, τόσο πιο σκληρά ήταν τα μέτρα που λαμβάνονταν κατά των εντοπίων Χριστιανών. Στις περιοχές του Ικονίου και του Εσκισεχίρ, ειδικότερα, η εξορία φαίνεται να συμπεριέλαβε μόνον ηγέτες της κοινότητας αρχικά ("Κεμαλικά Όργια -- Απαγωγή Ομογενών", "Μακεδονία", 29 Μαρτίου 1921), για να επεκταθεί λίγο αργότερα σε όλους τους άνδρες "ηλικίας 16 έως 60" ("Τα νέα όργια του Κεμάλ", "Μακεδονία", 24 Απριλίου 1921).

["Εν τω μεταξύ [Σεπτέμβριος 1920] το Αρχηγείο Δυτικού Μετώπου ανακοίνωσε ότι οι μειονοτικοί ανάμεσα στις ηλικίες 20 και 40 στις επαρχίες Ερτουγκρούλ, Ιζμίτ, Εσκισεχίρ, Κιουτάχειας και Αφιόν Καραχισάρ είχαν αρχίσει να στέλνονται αλλού." (Snowden σελ. 13): αυτή είναι η μόνη απευθείας αναφορά στην εξορία στα απομνημονεύματα του Behic Erkin, και δεν συμπεριλαμβάνει το Ικόνιο.]

Σε μία σημαντική ανάμνηση -- μαγνητοφωνημένη συνέντευξη στον ανηψιό του Νικηφόρο Σαλκιτζόγλου (1984) απομαγνητοφωνηθείσα για το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού (2008) και ευγενώς αποσταλείσα στον συγγραφέα του παρόντος (2024) από τον ανηψιό του Τάκη Σαλκιτζόγλου (συγγραφέα του "Η Σύλλη του Ικονίου" (Αθήνα 2006/2014) και αρκετών άλλων έργων), διαθέσιμη τώρα στο https://www.dropbox.com/scl/fi/8r20imzkz3o6qlm92av60/Prodromos-Salkitzoglou-summer-1984.pdf?rlkey=7lw7xug38xo8avvoigdybgq7a&e=1&dl=0 -- ο Πρόδρομος Σαλκιτζόγλου δεν δίνει κάποια ακριβή ημερομηνία αναχώρησης από το Ικόνιο, αναφέρει όμως ότι όταν έφτασαν στην Σεβάστεια ύστερα από 85 ημέρες πορείας ... "ήτανε θέρος, θερίζανε οι Τουρκάλες" (σελ. 21). Ο Πρόδρομος αναφέρει αναχωρήσεις δύο ομάδων από την Σύλλη, η πρώτη "καλάδα" άνευ ιερέων ή ανδρών άνω των 50 ή αγοριών κάτω των 16 (σελ. 28) και άνευ ... αγγειοπλαστών (σελ. 19)^ αυτός αναχώρησε με την δεύτερη "καλάδα", όπου "τους πήρανε σβάρνα όλους" (σελ. 29). Είναι αρκετά ασφαλές να υποθέσουμε ότι η πρώτη ομάδα (αποτελούμενη από περίπου 300 άνδρες που επιλέχθηκαν από 400-450) αναχώρησε τον Απρίλιο του 1921 (βλέπε προηγούμενες δύο παραγράφους) και η δεύτερη ομάδα αναχώρησε τον Μάιο του 1921 (βλέπε επόμενη παράγραφο)^ αυτό είναι επίσης συμβατό με αυτό που αναφέρει ο αυτοδημιούργητος τραπεζίτης Σεραφείμ Μπατζόγλου στην αυτοβιογραφία του (μεταφρασμένη από τα Παλαιοτουρκικά στα Ελληνικά από τον Γεώργιο Μαυροχαλυβίδη και από τα Ελληνικά στα Αγγλικά από τον εγγονό του Σεραφείμ Μπατζόγλου, https://www.academia.edu/127405998/Peripeteia_Biography_Serafim_Batzoglou): του ανακοινώθηκε από τις τοπικές αρχές τον Ιούνιο του 1921 ότι η παραμονή του στο Ικόνιο, ήδη έναν μήνα μετά την εξορία των "συνομηλίκων" του, "παρεξηγήθηκε" και ότι θα πρέπει και αυτός "να βγει από το Ικόνιο" ... αλλά να μην πάει πέραν της Νίγδης -- όπου αργότερα πέθανε νέος από φυσικά αίτια -- χάρις στο ότι ήταν "τέκνον Οθωμανού μ' όλη τη σημασία της λέξεως" (σελ. 91, p. 69)^ ο Σεραφείμ Μπατζόγλου αναφέρει επίσης ότι ο συνέταιρος του, Σάββας Πολάτογλου, εξορίστηκε στο Μπιτλίς (σελ. 89-91, p. 69).

[Στην πραγματικότητα ο Σεραφείμ Μπατζόγλου αναφέρει το έτος Ισλαμικού Ημερολογίου της εξορίας του ως [1]337, δηλαδή 1919: μοιάζει πολύ απίθανο να είχαν εξορισθεί κάποιοι τόσο νωρίς (Ιούνιο του 1919), ακόμη και πριν την πτώση του Ικονίου στους κεμαλικούς στα μέσα Σεπτεμβρίου 1919 ("Μακεδονία", 19 Σεπτεμβρίου 1919)^ είναι πιθανότερο να εννοούσε 339 αντί του 337, οπότε πήρα την πρωτοβουλία να τον 'διορθώσω' σ' αυτήν την 'λεπτομέρεια'. (Κάποιες έμμεσες ενδείξεις για τον χρόνο διαταραχής της ζωής στην Σύλλη παρέχονται από τον Ληξιαρχικό της Κώδικα (1891-1921), όπου έχουν καταχωρηθεί μόνον 4 βαπτίσεις για το 1921 -- τελευταία βάπτιση στις 8 Μαΐου από τον Πατέρα Άνθιμο (1853-1921), ο οποίος πράγματι χάθηκε στην εξορία και "εμαρτύρησεν εις Κουρδιστάν" (σύμφωνα με τα γραφόμενα του γαμβρού του Ιωάννη Χριστοφορίδη, διασωζόμενα στο Κέντρο Καππαδοκικών Σπουδών στην Νέα Καρβάλη, βλέπε https://www.dropbox.com/scl/fi/15gqf07cxox96ndtugpeu/Ioannis-Christofor-idis-Sille-17-5-1924.pdf?rlkey=mrmp5pyvjadi4p7j4h1asik85&e=1&dl=0 ) -- σε αντίθεση με 18-19 βαπτίσεις ανά έτος το 1920, 1919, 1918, σχεδόν 40 βαπτίσεις το 1917, κλπ)]

Είναι αρκετά πιθανό ότι ένα συγκεκριμένο γεγονός σφράγισε την μοίρα των Ελλήνων του Ικονίου, και αυτό δεν ήταν άλλο από την πτώση (αν και μόνον για λίγες ημέρες) του σημαντικού σιδηροδρομικού κόμβου του Αφιόν Καραχισάρ -- που απέκοπτε ουσιαστικά το Ικόνιο από την Άγκυρα -- στα μέσα Μαρτίου 1921. Το γεγονός αυτό φαίνεται πως προκάλεσε ή ενίσχυσε μία σημαντική εξέγερση κατά των κεμαλικών, αποτυπωμένη σε αρκετά άρθρα στον Ελληνικό τύπο: "Το Ικόνιον θα κτυπήση τους φυγάδας [από το Αφιόν]" ("Εμπρός", 15 Μαρτίου 1921), "Ο τρόμος εις το Ικόνιον -- 45 Τούρκοι εις την αγχόνην" ("Εμπρός", 28 Μαρτίου 1921), και, ύστερα από την ανακατάληψη του Αφιόν από τον Ελληνικό Στρατό (Ιούλιος 1921), "Η επανάστασις του Ικονίου επεκτείνεται επικινδύνως" ("Σκριπ", 5 Αυγούστου 1921), "Και πάλιν περί των ταραχών του Ικονίου" ("Μακεδονία", 13 Αυγούστου 1921). Υπήρχαν ακόμη και σκέψεις ή όνειρα για 'ένωση' του προελαύνοντος Ελληνικού Στρατού με τους επαναστάτες του Ικονίου, μία φιλοδοξία συμβατή με μία θρυλούμενη δήλωση τον Φεβρουάριο του 1919 του ηγέτη των Μεβλεβήδων του Ικονίου Ali Celebi -- που αργότερα έγινε ένας τοπικός αντίπαλος του Κεμάλ Ατατούρκ ("Ο Κεμάλ συναντά σοβαράν αντίδρασιν, παρ' ολίγον να τον φονεύσουν εις το Ικόνιον", "Εμπρός", 14 Οκτωβρίου 1919) -- ότι "αν ήταν να υπάρξει κατοχή του Ικονίου από ξένη δύναμη [λόγω της ήττας της Τουρκίας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο] θα προτιμούσαν την Ελλάδα" ("Μακεδονία", 25 Φεβρουαρίου 1919). (Στην πραγματικότητα, για παράδειγμα, ο αντικεμαλικός νομάρχης του Ικονίου Mustafa Remzi και ο ιατρός Κωφίδης, μέλος του Οθωμανικού Κοινοβουλίου και εκδότης της εφημερίδας του Ικονίου "Εποχή", εκτελέστηκαν στο Ικόνιο γύρω στις 24 Αυγούστου 1921 και 11 Οκτωβρίου 1921, αντίστοιχα (σύμφωνα με σύντομες ειδήσεις στην "Μακεδονία")^ ο Behic Erkin δεν αναφέρει καθόλου τα γεγονότα αυτά στις αναμνήσεις του.)

[Η έκταση της εμφύλιας διαμάχης ανάμεσα στους Τούρκους δεν θα μπορούσε να φανεί καλύτερα από μια αφήγηση στο "Μπιτζίμ Κιουτάχεια" της Σοφίας Καραγαβριηλίδου (Αθήνα 2023, τομ. Α, σελ. 407): ύστερα από μία μάχη ανάμεσα σε κεμαλικούς και αντικεμαλικούς, οι τελευταίοι απελευθέρωσαν κάποιους Έλληνες της Κιουτάχειας καθ' οδόν προς την εξορία και τους έστειλαν στην πατρίδα τους ... όπου τους προστάτεψαν αρχικά εντόπιοι Τούρκοι (μαρτυρία Κατίνας Καραγαβριηλίδου, η οποία, παρεμπιπτόντως, έχασε και τους δύο παππούδες της στην εξορία). Πιθανού σχετικού ενδιαφέροντος: "Οι Τελευταίες Επιδρομές των Συμμοριών του Edhem" [12 Ιανουαρίου 1921], Snowden, σελ. 28.]

Πριν από την εξορία των Ελλήνων της Σύλλης και του Ικονίου, υπήρξαν σίγουρα πράξεις βίας εναντίον τους^ είναι συχνά δύσκολο να αποφανθεί κανείς αν αυτές οφείλονταν σε Ελληνο-Τουρκική διαμάχη (ιδίως μετά την Ελληνική απόβαση στην Σμύρνη τον Μάιο του 1919) ή σε Τουρκικό εμφύλιο πόλεμο (ιδίως μετά την κατάληψη του Ικονίου από τους κεμαλικούς τον Σεπτέμβριο του 1919), και πέραν του σκοπού αυτού του σημειώματος να εμβαθύνει σ' αυτές. Αξίζει πάντως να αναφερθούν εδώ το θρυλούμενο κάλεσμα των ιμάμηδων του Ικονίου να φονευθούν οι Χριστιανοί του Ικονίου ("Να σφαγούν οι Χριστιανοί το κήρυγμα των χοτζάδων του Ικονίου -- Αγγλικαί Διαμαρτυρίαι", "Εμπρός", 15 Φεβρουαρίου 1920) και το αναφερόμενο συμπέρασμα των κεμαλικών ότι η απελευθέρωση των εντοπίων Ελλήνων αποτελεί την κύρια αιτία για την προέλαση του Ελληνικού Στρατού στην ενδοχώρα ("Η εξόντωσις των Ελλήνων εις την Ανατολήν", "Εμπρός", 20 Σεπτεμβρίου 1920). Στην ίδια την Σύλλη, το "Πρόσφυγες από την Σίλλη του Ικονίου" της Νέλλης Μελίδου-Κεφαλά (Θεσσαλονίκη, 2016) διασώζει τον απαγχονισμό επτά αδελφών -- κουνιάδων του Πατέρα Άνθιμου και θείων του Έλληνα προεστού Ιωάννη Χριστοφορίδη, αφήγηση του γιου του Μιχάλη Χριστοφορίδη -- μπροστά στο σπίτι τους το 1919 (σελ. 90), επιρριπτόμενο σε κάποιον Οσμάν Μπέη ("Χασάπης Οσμάν", Snowden, σελ. 18)^ πρόσθετοι θάνατοι Χριστιανών αναφέρονται σε ισχυριζόμενη σχέση προς το αντικεμαλικό κίνημα του Delibas Mehmet Agha (σελ. 90-92).

[Ο Δημήτρης Μιχαηλίδης αναφέρει την εκτέλεση δύο αδελφών της γιαγιάς του Ελένης Κουγιουμτζόγλου στο Ιλγίν (ένα είδος εμπορικής αποικίας για τους Συλλαίους δυτικά του Ικονίου). Ο παππούς του Δημήτριος Αγαγιοβάνογλου, ιδιοκτήτης εργοστασίου υποδημάτων στο Ικόνιο που απασχολούσε μέχρι 80 ανθρώπους, επρόκειτο να εκτελεστεί ("μόνο και μόνο επειδή είχε λεφτά"), αλλά πολλοί Τούρκοι και Τουρκάλες ικέτευσαν γι' αυτόν -- "πέφτοντας στα πόδια του Ατατούρκ" -- οπότε 'απλώς' εξορίσθηκε, φθάνοντας τελικά στην Συρία όπου τον προστάτευσαν εντόπιοι Χριστιανοί. (Η παρουσία του Ατατούρκ στην περιοχή του Ικονίου και του Ιλγίν, ένα σημαντικό πεδίο εκπαίδευσης για τον Τουρκικό Στρατό, ουδόλως εκπλήσσει^ αυτό που αξίζει να αναφερθεί εδώ είναι η πιθανή παρουσία στην περιοχή του 'συνταξιοδοτηθέντος' Γερμανού στρατηγού Liman von Sanders, γνωστού για την δράση του στην Μικρά Ασία κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου: υπάρχει μία σημαντική μαρτυρία γι' αυτόν στο βιβλίο της Νέλλης Μελίδου-Κεφαλά (σελ. 92-93, Μιχάλης Παναγιωτίδης), βλέπε επίσης την 'μη συμπερασματική' επιστολή του στρατηγού (23 Ιανουαρίου 1921) στην Γερμανική εφημερίδα "Der Tag", https://www.dropbox.com/scl/fi/2mla9xqxarl5qk3tbgbca/olvsanders.pdf?rlkey=svm4iu639b36sxppbbipncy4f&e=1&dl=0 , μεταφρασμένη στα Ελληνικά στο https://sarantakos.wordpress.com/2020/08/05/myrtophobia-2/#comment-676581 .)]

Η Νέλλη Μελίδου-Κεφαλά μας δίνει επίσης (σελ. 93-96, διαθέσιμη επίσης στο συνοδευτικό δισκάκι) μία από τις δύο δημοσιευμένες αφηγήσεις εξόριστων Συλλαίων που επιβίωσαν, αυτήν του Θεόδωρου Μακρίδη (1984), ο οποίος αναχώρησε από το Εσκισεχίρ, όπου είχε αποκτήσει δύο καταστήματα υφασμάτων (μετά τον θάνατο του πατέρα του στην Σύλλη το 1916). Ο Θεόδωρος μάλλον δίνει λάθος χρονιά (1919), ακόμη και σε μία εξασέλιδη ανάμνηση γραμμένη (1987) στην ηλικία των 84 ετών που έθεσε ευγενώς στην διάθεση του συγγραφέα του παρόντος ο γιος του Πέτρος Μακρίδης, καθώς προκύπτει από την ίδια την αφήγηση του και από άλλες πηγές ότι η σωστή χρονιά ήταν το 1921: δεν υπάρχει βεβαιότητα για τον μήνα αναχώρησης της ομάδας του Θεόδωρου, αλλά έφτασαν στο Χαρπούτ (Elazig) στις 5 Αυγούστου 1921, μέσω Hayman, Γιοσγάτης, Eski Maden, Akdag Maden, Σεβάστειας και Μαλάτειας^ στο Χαρπούτ συνάντησαν τυχαία έναν Τούρκο χωροφύλακα ο οποίος γνώριζε ένα μέλος της ομάδας του Θεόδωρου -- Συλλαίος πιθανώς και αυτός, δεδομένου του ονόματος του (Χαρίτων) -- από την εποχή της στράτευσης τους στην Μεσοποταμία και μεσολάβησε ώστε να μην συνεχίσουν προς το Ντιαρμπεκίρ, σώζοντας πιθανώς τις ζωές τους. Ο Θεόδωρος και ο αδελφός του Δημήτριος παρέμειναν μισοκρυμμένοι στην ευρύτερη περιοχή του Χαρπούτ για αρκετούς μήνες, έως ότου ο ως άνω Τούρκος αξιωματικός κατάφερε να τους βγάλει διαβατήρια έτσι ώστε πήγαν με μουλάρια στο Χαλέπι, και από εκεί έφτασαν στην Μεσόγειο και έπλευσαν στην Κρήτη και στον Πειραιά, φθάνοντας τελικά με το τραίνο στην Θεσσαλονίκη στις 31 Δεκεμβρίου 1924. (Επιβεβαιώνοντας την μαρτυρία του Πρόδρομου Σαλκιτζόγλου για την Σύλλη, ο Θεόδωρος και ο Δημήτριος είχαν αναχωρήσει από το Εσκισεχίρ χωριστά, πρώτα ο μεγαλύτερος αδελφός, Δημήτριος (σε μία ομάδα 80 περίπου ανδρών), και ύστερα ο νεώτερος αδελφός, Θεόδωρος (σε μία ομάδα περίπου 180 ανδρών)^ επανενώθηκαν στο Hayman.)

Δύο λεπτομέρειες ξεχωρίζουν στην αφήγηση του Θεόδωρου Μακρίδη (και στην εξασέλιδη ανάμνηση του 1987 ειδικότερα): (Ι) Όταν έφτασαν σε μία πηγή στα περίχωρα του Χαρπούτ, ο Τούρκος φρουρός τούς απαγόρεψε να πιούν νερό για δύο ώρες, ισχυριζόμενος ότι θα ήταν επικίνδυνο γι' αυτούς να πιούν νερό αμέσως μετά την άφιξη (δείχνοντας δηλαδή να νοιάζεται κάπως για την υγεία τους) (ΙΙ) Ύστερα από την μεσολάβηση του Τούρκου χωροφύλακα και την 'κατ' οίκον υπηρεσία' στο σπίτι ενός εχθρικού ντονμέ αξιωματούχου από την Θεσσαλονίκη, ο Θεόδωρος κατάφερε να πουλάει υφάσματα στο Χαρπούτ πόρτα-πόρτα και να κερδίζει κάποια χρήματα (παρά την ημιπαράνομη κατάσταση του).

Η άλλη δημοσιευμένη αφήγηση εξορίας από την Σύλλη είναι η μαρτυρία του Γεωργίου Κοπάση (13 Νοεμβρίου 1964) "Τι καταλάβαμε που ήρθαμε εδώ [στην Ελλάδα];" ("Έξοδος Β', μαρτυρίες από την κεντρική και νότια Μικρά Ασία", Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, 2004, σελ. 351-354). Ο Γεώργιος κρύφτηκε αλλά προδόθηκε από μία Μουσουλμάνα γειτόνισσα και πρώην ερωμένη και στάλθηκε στην εξορία ανήμερα των Χριστουγέννων 1921, μαζί με άλλους 17 άνδρες από την Σύλλη και το Ικόνιο, μέρος μιας ομάδας περίπου 400 ανδρών, γυναικών και παιδιών ("ηλικίας 12-80") από το Ναζιλί (επαρχία Αϊδινίου), τόσο ταλαιπωρημένων που "δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις άνδρα από γυναίκα". Πήγανε με το τραίνο στο Ουλούκισλα, και από εκεί με τα πόδια σε Καισάρεια, Σεβάστεια, Μαλάτεια, Χαρπούτ, Σαρικαμίς, Ντιαρμπεκίρ, φθάνοντας εκεί στις αρχές Φεβρουαρίου (κατ' εκτίμησιν): σύμφωνα με τον Γεώργιο Κοπάση, γύρω στους 60-70 επέζησαν του σκληρού ταξιδιού, καταλήγοντας υπηρέτες των εντοπίων ή χειρότερα^ ο μεγαλύτερος αδελφός του Ευγένιος, 22 ετών τότε, σκοτώθηκε κατά την διάρκεια ένοπλης ληστείας στην κεντρική γέφυρα του Ντιαρμπεκίρ. Το καλοκαίρι του 1924 δόθηκε άδεια για το ταξίδι στην Ελλάδα, μέσω Χαλεπιού και Βηρυττού (με μεγάλης διάρκειας παραμονές σ' αυτές τις πόλεις και άφιξη στην Ελλάδα το 1925)^ ένας εξάδελφος του Γεωργίου Κοπάση έμεινε στην Συρία για πάντα και ήταν τόσο επιτυχημένος οικονομικά που είχε δικό του αεροπλάνο.

Αντιθέτως, ο Μιχάλης Μπαλόγλου -- χωρίς γνωστή συγγένεια με τον συγγραφέα του παρόντος -- αναφέρει ότι τον πατέρα του Αριστείδη, ο οποίος κρυβόταν, τον είδε να απομακρύνεται μπουσουλώντας ένας Τούρκος εισαγγελέας που έμενε σε επιταγμένο δωμάτιο στο σπίτι τους στο Ικόνιο, αλλά δεν τον πρόδωσε: ο εισαγγελέας απλώς παρατήρησε δηκτικά προς την οικογένεια "φαίνεται πως έχετε κάποια πολύ μεγάλα ποντίκια σ' αυτό το σπίτι". (Οι τρεις αδελφοί του Αριστείδη Μπαλόγλου πήγαν εξορία (περιοχές Καισάρειας και Σεβάστειας) αλλά επέζησαν. Ο ίδιος ο Αριστείδης διορίστηκε αρχηγός των Ελλήνων του Ικονίου μετά τον πόλεμο και πριν την αναχώρηση τους στην Ελλάδα.)

Μία τρίτη επιλογή πέραν της υπακοής και του κρυψίματος ήταν η απόδραση, και από αυτήν την πλευρά η αφήγηση του Πρόδρομου Σαλκιτζόγλου ξεχωρίζει: ύστερα από πορεία 85 ημερών -- εργαζόμενοι σε διάφορα λατομεία καθ' οδόν και ταϊζόμενοι ελάχιστα -- αυτός και ένας άλλος εξόριστος δραπέτευσαν μια νύχτα κλέβοντας δύο άλογα και ένα κάρο γεμάτο σιτάρι, παριστάνοντας πλέον τους Τούρκους (μέχρι σημείου να φιλοξενηθούν από την μητέρα ενός Τούρκου στρατιώτη)^ ο Πρόδρομος αναφέρει πολύ σκληρές συνθήκες -- συμπεριλαμβανόμενης απαγόρευσης να πιούν νερό από πηγή κάποιες φορές και άμεσης εκτέλεσης όποιου δεν μπορούσε να πορευθεί πλέον (σελ. 19) -- και ένα ποσοστό επιβίωσης 3% {"από τους 500 ζήτημα να γύρισαν οι 15", σελ. 19), περιοριζόμενης κατ' αυτόν σε ανθρώπους με ειδικές δεξιότητες ("μαγείρους, τεχνίτες, ζωγράφους").

Δεξιότητες κάθε είδους ήταν σημαντικές, και κάποιες φορές έπρεπε να επινοηθούν εκεί και τότε. Ένα συγκεκριμένο και μάλλον δραματικό παράδειγμα μας δίνει η Ναυσικά Ιεσσαί-Κασιμάτη, συγγραφέας του "Αχ, Μικρασία!" (Αθήνα 2018): ο θείος της Ιορδάνης Τσιμπουκτσής είδε κάποιον σε κάποιο χωριό να φτιάχνει κτένια από έναν κορμό δένδρου, έμαθε την τέχνη στην στιγμή και άρχισε να πουλάει κτένια (πολύ αποτελεσματικά με τις ψείρες) στους άλλους εξόριστους (σελ. 222)!

Ένα ακόμη παράδειγμα ατόμου με δεξιότητες είναι αυτό του Νικόλαου Βαμβακίδη [Παμούκογλου], που έπαιζε κανονάκι: εργαζόμενος για τον έμπορο υφασμάτων Ιμπραβοσιάν στο Ικόνιο πριν από την εξορία, ο Νικόλαος ήταν μέλος μιας μικρής ορχήστρας που διασκέδαζε τους φρουρούς καθ' οδόν προς το Ερζερούμ, όπου εργάστηκε για κάποιο διάστημα σε ένα νοσοκομείο^ ο αδελφός του Χρήστος, διευθυντής της Οθωμανικής Τράπεζας στο Ικόνιο, δεν εξορίστηκε, ενώ δεν είναι πλέον ξεκάθαρο αν εξορίστηκε ο αδελφός τους Λεωνίδας, μαραγκός. [Πληροφορίες ευγενώς προσφερθείσες από τον γιο του Νικόλαου, Χρήστο Βαμβακίδη.]

Αυτή η εξαίρεση από την εξορία των υπαλλήλων τραπεζών (και σιδηροδρόμων) επιβεβαιώνεται από την υποσημείωση 232 του "Η Τριακονταετής Γενοκτονία: ο Αφανισμός των Χριστιανικών Μειονοτήτων της Τουρκίας, 1894-1924" (Harvard 2019, κυκλοφορεί και στα Ελληνικά) των Benny Morris και Dror Ze'evi, οι οποίοι γράφουν στην σελίδα 413: "Κατά την διάρκεια του Μαρτίου και του Απριλίου [1921] οι Τούρκοι πρώτα εξόρισαν τους προεστούς από τις περιοχές του Ικονίου και της Σύλλης και ύστερα όλους τους άνδρες "ηλικίας 10 έως 80 και παραπάνω" από Ικόνιο, Σύλλη, Ακσεχίρ, Ιλγίν, Καραμάν, και Ερεγλί. Φαίνεται πως μόνον υπάλληλοι τραπεζών και σιδηροδρόμων εξαιρέθηκαν."^ η υποσημείωση 232 αναφέρει μία "Επιτροπή Ελλήνων Προσφύγων από το Ικόνιο και την Σύλλη και τις γύρω περιφέρειες" στην Σμύρνη και την επιστολή τους της 14ης Μαρτίου 1922 στον Lloyd George, όπως και ένα "άτιτλο μνημόνιο επισυναπτόμενο στον Rumbold στον Curzon" στις 31 Αυγούστου 1921.

["Επιπροσθέτως, ζήτησε [ο Behic Erkin] οι Μουσουλμάνοι εργαζόμενοι που εστάλησαν για υπηρεσία μετά την κατάληψη της γραμμής Αφιόν-Εσκισεχίρ [Ιούλιος 1921] να αντικατασταθούν εν ευθέτω χρόνω από εργαζόμενους που θα έπρεπε τώρα να σταλούν από μακρινές επαρχίες στην Νίγδη και στην Καισάρεια αλλά χωρίς να ενταχθούν στα τάγματα εργασίας στο μεταξύ." (Snowden, σελ. 46)^ "Μουσουλμανικό προσωπικό χρησιμοποιείται τώρα στους σταθμούς ανάμεσα στο Ικόνιο και στο Μέτωπο, και μη Μουσουλμάνοι χρησιμοποιούνται μεταξύ Ικονίου και Yenice έτσι ώστε και να εκπληρωθούν οι επιθυμίες του Αρχηγού Προσωπικού Μετώπου και, από την άλλη πλευρά, το εξασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία των σιδηροδρόμων." (Snowden, σελ. 44)^ "Βεβαίως, αυτή η ενέργεια του δεν αντανακλά υποχρεωτικά κάποιον ισχυρό δεσμό με μας, αλλά, από την άλλη πλευρά, δείχνει ότι αυτός και άλλοι σαν αυτόν έκαναν τις δουλειές τους καλά, ίσως με την δική τους ασφάλεια κατά νου, αλλά όπως και να έχει οι προσπάθειες τους εκτιμήθηκαν από την Διοίκηση Σιδηροδρόμων." (Snowden, σελ. 15)^ "Χωρίς κατάλληλο Τουρκικό προσωπικό να τους αντικαταστήσει, αυτοί οι Έλληνες σιδηροδρομικοί κατείχαν σημαντικές θέσεις σε σχέση με την μετακίνηση των στρατιωτών μας και του οπλισμού τους στο Μέτωπο για να πολεμήσουν τους Έλληνες. Αρκετά παράδοξη κατάσταση, πρωτοφανής ίσως παγκοσμίως. Τώρα που περισσότερα από 50 χρόνια έχουν περάσει από τότε, αυτό το παράδειγμα βοηθάει να καταδειχθεί η απελπιστική θέση στην οποία βρέθηκε τότε το έθνος μας και οι σιδηρόδρομοι μας ειδικότερα." (Snowden, σελ. 11)]

Τραπεζικοί και σιδηροδρομικοί εξαιρέθηκαν, όχι όμως και κάποιοι άλλοι επιφανείς Συλλαίοι: απλώς κάποιοι από αυτούς στάλθηκαν 'μόνον΄στην Καππαδοκία, όπως ο τραπεζίτης Σεραφείμ Μπατζόγλου (στάλθηκε στην Νίγδη, βλέπε ανωτέρω) και ο ηγέτης της Ελληνικής κοινότητας Ιωάννης Χριστοφορίδης (στάλθηκε στο Ζιντζίντερε, βλέπε Μελίδου-Κεφαλά σελ. 205). Ο δεύτερος, ένας από τους τελευταίους Έλληνες ["22 οικογένειες"] και ο μόνος άνδρας που απέμεινε για αναχώρηση από την Σύλλη το φθινόπωρο του 1924, ήταν ένας παρασημοφορημένος Τούρκος αξιωματικός που πολέμησε δίπλα στον Ατατούρκ στην Καλλίπολη^ αναφέρεται ότι ζήτησε να καθαιρεθεί πριν σταλεί στην 'χαλαρή εξορία' του (προσωπική ανάμνηση, αβέβαιη πηγή, πιθανώς ο γιος του Μιχάλης Χριστοφορίδης).

Αν και προς το παρόν δεν έχουμε επαρκή τεκμηρίωση, φαίνεται πως αρκετοί εξόριστοι επέζησαν κατορθώνοντας να παραμείνουν στην Καππαδοκία αν και αρχικά προορίζονταν να βαδίσουν πολύ ανατολικότερα: αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω δωροδοκιών -- κάποια αλληλογραφία και επικοινωνία με το Ικόνιο φαίνεται πως ήταν δυνατή, οπότε κάποια χρήματα μπορούσαν να σταλούν σε κάποιους εξόριστους -- ή αλλιώς μέσω φιλίας με εντόπιους Έλληνες ή Τούρκους, αποδεικνύοντας την χρησιμότητα τους, κλπ Ένα τέτοιο παράδειγμα θα μπορούσε να είναι ο Ιωσήφ Ατέσογλου, πλούσιος έμπορος του Ικονίου, ο οποίος -- σύμφωνα με την αυτοβιογραφία του γιου του Δημήτρη Ευτυχιάδη "Παλεύοντας Μοναχός" (Θεσσαλονίκη 2008), που μου παρέδωσε η εγγονή του Ιωσηφίνα Γιαβρόγλου -- εστάλη (ή τέλος πάντων 'κρατήθηκε') στο Ουλούκισλα, όπου αργότερα επανενώθηκε με την οικογένεια του καθ' οδόν προς την Μερσίνα και την Κέρκυρα (σελ. 11). Ένα άλλο πιθανό παράδειγμα είναι ο Γεώργιος Μαυροχαλυβίδης, διευθυντής του Ελληνικού Σχολείου του Ικονίου, διάσημος αργότερα για τα γραπτά του και τις μεταφράσεις του (βλέπε για παράδειγμα "Τα Σουλτανικά Φιρμάνια της Σύλλης" του Τάκη Σαλκιτζόγλου, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών 2022, σελ. 189-209): είχε αναφερθεί πως "εξορίσθηκε στα ενδότερα της Ασίας" μαζί με τους Γ. Σακάλογλου (ιατρό), Β. Λουκίδη, Στέφανο Ελεζιάδη, Κ. Νομίδη (έμπορο), Β. Παπαθεοφάνους (επόπτη σχολείου) "κατά Μάρτιον και Απρίλιον" [για να ακολουθήσουν "όλοι οι άρρενες από ηλικίας 19-70 ετών" ως τις αρχές Ιουνίου] και πως "όλων αυτών αγνοείται η τύχη" ("Αι Κεμαλικαί θηριωδίαι εις το Ικόνιον", "Εμπρός", 20 Ιουνίου 1921), αλλά τελικά δεν εστάλη πέραν της πατρίδας του Αξού. (Στο ίδιο άρθρο του "Εμπρός" αναφέρονται αρκετοί απαγχονισμοί και εκτελέσεις τον Νοέμβριο του 1920: οι Άγγελος Παπαδόπουλος και Γεώργιος Ταστσόγλου στο Ικόνιο, οι Αδαμάντιος Αντωνιάδης, Βασίλειος Ορταβασίλογλου, Βασίλειος Αντικατζής, Ανέστης Μπατζόγλου και Ιωάννης Μπογιατζόγλου στο Ιλγίν, ο ιατρός Ιπποκράτης Διαμαντίδης (του οποίου ο θάνατος έγινε τραγούδι, Μελίδου-Κεφαλά σελ. 91) και ολόκληρη η δεκαμελής οικογένεια του Βασίλειου Παπαχάρη (με εντολή του Αρχηγού Νοτίου Μετώπου Refet Bey) στο Μπεϊσεχίρ, ο μηχανικός Θρασύβουλος Ρίζος και ο προϊστάμενος των αποθηκών σιδηροδρομικού υλικού στο Εσκισεχίρ Αλέκος Σπυριδωνίδης, που επίσης αναφέρεται από τον Behic Erkin (Snowden, σελ. 10) ως "καταζητούμενος από τον αξιωματούχο των Εθνικών Δυνάμεων ζωντανός ή νεκρός".)

[Στην εξασέλιδη ανάμνηση του 1987 ο Θεόδωρος Μακρίδης αναφέρει ότι η μητέρα του είχε φτάσει σε συμφωνία με τις Τουρκικές αρχές -- με την βοήθεια ενός Τούρκου που έμενε στο σπίτι τους στο Εσκισεχίρ -- ώστε ο ίδιος και ο αδελφός του Δημήτριος να μην προχωρήσουν πέραν της Σεβάστειας, αλλά αποφάσισαν να συνεχίσουν ώστε να μείνουν μαζί με συγγενείς και φίλους.)]

Δεν έχουμε ακριβείς στατιστικές όσον αφορά το ποσοστό αυτών που επέζησαν της εξορίας. Οι ίδιοι οι Συλλαίοι άτυπα τοποθετούν αυτό το ποσοστό γύρω στο 25% ("ένας στους τέσσερις"). Το ποσοστό αυτό είναι συμβατό με τον μεγάλο αριθμό των άνευ πατρός προσφυγικών οικογενειών, αλλά και πάλι πολύ υψηλότερο της εκτίμησης του Πρόδρομου Σαλκιτζόγλου για 3%: θα μπορούσαν οι συνθήκες πορείας της δεύτερης ομάδας εξορίστων (όπου τοποθετήθηκε), η οποία επίσης συμπεριλάμβανε πολλούς πιο ηλικιωμένους άντρες, να ήταν πολύ πιο σκληρές από αυτές της πρώτης ομάδας; (Επιπλέον, η άτυπη εκτίμηση του 25% πιθανώς συμπεριλαμβάνει αυτούς που δεν βάδισαν πέραν της Καππαδοκίας ή της Σεβάστειας κλπ) Οι επιζήσαντες εξόριστοι συνήθως έφταναν στην Ελλάδα πολύ αργότερα από την υπόλοιπη οικογένεια τους, και η επανένωση μ' αυτήν ήταν συχνά ιδιαίτερα περιπετειώδης. Η εξαδέλφη του Θεόδωρου Μακρίδη, Ευπραξία, έμεινε κυριολεκτικώς άφωνη όταν κτύπησε την πόρτα της παραμονή Πρωτοχρονιάς το 1924. Ακόμη πιο δραματικά, σε μια σκηνή αντάξια της επιστροφής του Οδυσσέα στην Ιθάκη, ο σύζυγος της Αγγέλας Παμούκογλου, Ιωσήφ Γιαγμούρογλου, αναγνωρίστηκε πρώτα από τον σκύλο τους -- που κατάφερε να επιζήσει του μακρινού ταξιδιού από το Ικόνιο στην Καβάλα -- όταν την πλησίασε καθώς καθόταν στην αυλή (1928).

Ένας σημαντικός μάρτυρας (και απρόθυμος στατιστικός) ήταν ο Mark Hopkins Ward, ιατρός στο Αμερικανικό Νοσοκομείο του Χαρπούτ (Elazig). Στο ημερολόγιο του, διασωζόμενο στο https://www.greek-genocide.net/index.php/bibliography/books/the-deportations-in-asia-minor-1921-1922 , έχει καταγράψει τις αφίξεις πολλών ομάδων εξορίστων, αρχίζοντας στις 26 Μαΐου 1921 και τελειώνοντας στις 23 Φεβρουαρίου 1922. (Οι Κεμαλικοί τον έδιωξαν από την Τουρκία πριν από τον Ιούνιο του 1922, βλέπε https://www.academia.edu/14529705/The_Testimony_of_Mark_Hopkins_Ward_Near_East_Relief_Physician .) Ο Δρ Ward αναφέρει τις ακόλουθες αφίξεις από την περιοχή του Ικονίου: 10 άτομα στις 20 Ιουνίου (συμπεριλαμβανομένων ενός Έλληνα ιερωμένου [πιθανώς ο παπα-Άνθιμος], ενός πλούσιου Έλληνα μηχανικού, ενός πλούσιου εμπόρου και της συζύγου του, και του πολύ γνωστού Καθηγητή Haigazian, προέδρου του Αμερικανικού Κολλεγίου του Ικονίου (που πέθανε από τύφο στο Χαρπούτ στις 7 Ιουλίου)), 50 Έλληνες και 300 Αρμένιοι στις 27 Ιουνίου (που είχαν αναχωρήσει στις 30 Μαΐου), 456 Έλληνες -- συμπεριλαμβανομένου του "Michael Oglu Demetri (James Johnson) από το Detroit του Michigan" [σύζυγος της θείας μου Χαρίκλειας, επέζησε] -- και 204 Αρμένιοι στις 17 Ιουλίου, 48 Έλληνες και 4 Αρμένιοι στις 21 Σεπτεμβρίου (που είχαν αναχωρήσει την 1η Αυγούστου), 385 άνδρες και γυναίκες στις 26 Σεπτεμβρίου, 136 άνδρες στις 4 Οκτωβρίου, 68 άνδρες στις 6 Νοεμβρίου, 300 άνδρες και γυναίκες στις 31 Δεκεμβρίου.

[Λαμβάνοντας υπ' όψιν την διαφορά των ημερολογίων, η εκ Ναζιλί ομάδα του Γεωργίου Κοπάση θα μπορούσε να είναι εκείνη η "άλλη ομάδα 100 περίπου ατόμων που αποστάλθηκε σήμερα [23 Ιανουαρίου 1922] αν και τα βουνά είναι χιονισμένα και οι δρόμοι αδιάβατοι". Ένα άλλο μέλος εκείνης της ομάδας, ένας από τους 18 άνδρες που αναχώρησαν από το Ικόνιο ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1921, ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, ο παππούς του Τάκη Σαλκιτζόγλου, Αναστάσιος Σαλκιτζόγλου, ο οποίος πέθανε αφού ήπιε μολυσμένο νερό σε κάποιο λατομείο κοντά στο Ντιαρμπεκίρ ... σύμφωνα με ένα άλλο μέλος εκείνης της ομάδας, τον αγγειοπλάστη Γεώργιο Δοσεμετζόγλου, ο οποίος επέζησε (και νυμφεύτηκε την κόρη του Αναστάσιου, Ολυμπία), και με πληροφορίες που μου έδωσε (Οκτώβριος 2023) ο Τάκης Σαλκιτζόγλου ... ο οποίος γράφει επίσης στο "Σωτήριο Τέχνασμα" ("Μικρασιατική Ηχώ", Νοέμβριος 2007) πώς ο πατέρας του Άνθιμος Σαλκιτζόγλου απέφυγε την εξορία αναμιγνυόμενος με την ομάδα των νεώτερων αγοριών ... μετά το κατούρημα!]

Γράφει ο Δρ. Ward σχετικά με την εξ Ικονίου ομάδα που έφτασε στο Χαρπούτ στις 31 Δεκεμβρίου: "Δεν ήταν σε πολύ κακή κατάσταση, καθώς είχαν χαλιά και κοσμήματα να πουλήσουν. Αναχώρησαν την 1η Ιανουαρίου για το Μπιτλίς, αλλά αναφέρθηκε ότι τους λήστεψαν στους πρόποδες του βουνού, και ύστερα πολλοί πέθαναν στους ορεινούς δρόμους από το κρύο."

Αυτά τα αποσπάσματα από το ημερολόγιο του Δρ. Ward δείχνουν ότι η επιβίωση ήταν θέμα τύχης στην καλύτερη περίπτωση. Ο χειμώνας (1921-22) προφανώς έκανε τα πράγματα χειρότερα, αν και το εξαιρετικά χαμηλό επιβίωσης που αναφέρει ο Πρόδρομος Σαλκιτζόγλου σημειώθηκε κατά την διάρκεια καλοκαιρινής πορείας (1921), και τουλάχιστον 2 από τους 18 εξόριστους του Ικονίου επιβίωσαν μιας αναχώρησης τα Χριστούγεννα του 1921. Είναι γενικά πιθανόν ότι η μεταχείριση των Ελλήνων της ενδοχώρας ήταν επιεικέστερη αυτής των Ελλήνων από την Ιωνία και τον Πόντο -- αν και βεβαίως σε πολλές περιπτώσεις εξόριστοι από την Σύλλη και το Ικόνιο ενώθηκαν με αποστολές από αυτές τις εμπόλεμες περιοχές -- και επίσης οι Έλληνες της ενδοχώρας είχαν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να έχουν γνωριμίες καθ' οδόν. Ο Θεόδωρος Μακρίδης, που πιθανώς επέζησε χάρις σε μία τέτοια γνωριμία όπως είδαμε, γράφει ξεκάθαρα (στην εξασέλιδη ανάμνηση του 1987) ότι οι Πόντιοι εξόριστοι που ενώθηκαν μαζί τους στην Μαλάτεια "βρισκόταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση"^ και ο Ιορδάνης Τσιμπουκτσής αναφέρει ότι από 800 Πόντιους έφτασαν στην Μαλάτεια 80 (Ναυσικά Ιεσσαί-Κασιμάτη σελ. 222). (Και βέβαια ... καμία σύγκριση με τους Αρμένιους, οι οποίοι για παράδειγμα σκοτώνονταν εν ψυχρώ με τσεκούρια μόλις έφταναν στην κορυφή ενός λόφου κοντά στο Χαρπούτ με θέα τον ποταμό Ευφράτη, όπως οι ίδιοι οι Τούρκοι φρουροί απεκάλυψαν στον Θεόδωρο Μακρίδη (Μελίδου-Κεφαλά, σελ. 94).)

Δεν έχουμε παραδείγματα Συλλαίων που κατετάγησαν ή υποστήριξαν ενεργά τον Ελληνικό Στρατό^ βεβαίως οι Έλληνες της περιοχής του Ικονίου πιθανώς θα κατατάσσονταν ή θα επιστρατεύονταν στην περίπτωση που το Ικόνιο θα καταλαμβάνονταν από τον Ελληνικό Στρατό. Αφηρημένη υποστήριξη προς την Ελληνική πλευρά ήταν ευρύτατη, για παράδειγμα ο Αγιανίδης Εφέντης, διορισμένος "Διευθυντής για Έσοδα και Λογιστική" στις 6 Απριλίου 1920 (Snowden, σελ. 4) αναφέρθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 1920 ως "πανηγυρίσας την Ελληνική κατοχή του Ιζμίρ" (Snowden, σελ. 13). Επιπλέον, η Ναυσικά Ιεσσαί-Κασιμάτη αναφέρει στο βιβλίο της: "Στην Σύλλη, οι Τούρκοι γείτονες μας, εύχονταν να νικήσουν οι Έλληνες και όχι ο Κεμάλ." -- μαρτυρία του θείου της Λεόντιου Λεοντιάδη (σελ. 223), επιβεβαιωθείσα τον Ιούνιο του 2024 κατά την διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας με την συγγραφέα, μέσω ανάμνησης του πατέρα της Ιωάννη Ιεσσαί, δασκάλου Ελληνικού Σχολείου Ικονίου 1908-1914).

[Και όμως ... στα τέλη του 1921 ,,, "οι Χριστιανοί στον σταθμό του Ικονίου είχαν διακόψει τις τηλεγραφικές επικοινωνίες δένοντας τα τηλεγραφικά καλώδια στο έδαφος" (Snowden, σελ. 52)!]

Από την άλλη πλευρά ... η θεία μου Ξανθίππη, η οποία έφυγε από την Σύλλη 14 χρονών, τραγουδούσε Τουρκικά τραγούδια πολύ όμορφα σε οικογενειακές συγκεντρώσεις, και θυμάμαι ακόμη πως ο πατέρας μου -- ο οποίος έφυγε από την Σύλλη 4 χρονών και δεν έμαθε Τουρκικά, καθώς η οικογένεια μιλούσε Σιλλιώτικα στο σπίτι -- τής τραγούδησε μέρος ενός Τουρκικού νανουρίσματος ("όμορφα τραγούδια μού τραγούδησες και με νανούρισες") όταν πέθαινε. (Οι Έλληνες της Σύλλης τραγουδούσαν μόνον στα Τουρκικά, με μοναδική εξαίρεση το πανταχού παρόν τραγούδι της Καμάρας [Γέφυρας] (ηχογραφημένο (1930) στα Σιλλιώτικα στο https://www.youtube.com/watch?v=9zcWljBoORY ), επίσης ηχογραφημένο (Σιλλιώτικα, άλλη εκδοχή) στο βιβλίο και συνοδευτικό δισκάκι της Σοφίας Καραγαβριηλίδου "Σύλλη Ικονίου" (Αθήνα 2018).) Σε μια στιγμή ενδοσκόπησης, η θεία Ξανθίππη μού είπε κάποτε "κι εγώ Τουρκάλα είμαι, τι είμαι;" ... που θα έπρεπε να αντιπαραβληθεί μ' αυτό που της είχε πει η γιαγιά μου Αντωνία, "αν δώσεις στον Τούρκο ένα φλυτζάνι τσάι θα σου το ανταποδώσει 100 φορές".

Παρά τα συναισθήματα αυτά, η Ξανθίππη και η Αντωνία δεν επρόκειτο να ξαναδούν τον πατέρα και σύζυγο τους, Γιώργη Μπαλόγλου (έμπορο και λογιστή σε Τούρκο έμπορο), που χάθηκε στην εξορία μαζί με τον αδελφό του Χαρίτωνα Μπαλόγλου (παππού της Νέλλης Μελίδου-Κεφαλά): κρύφτηκαν για πολλούς μήνες, και υπάρχει ισχυρή ένδειξη ότι δεν πιάστηκαν πριν από τον Μάιο ή τον Ιούνιο του 1922: σύμφωνα με την εγγονή του Χαρίτωνα Μαρία Παπαχρήστου, η μητέρα της ["λεβέντισσα Θεοδώρα"] γεννήθηκε στην Σύλλη τον Φεβρουάριο του 1923 (σαράντα μέρες πριν η άνευ πατρός οικογένεια της αναχωρήσει για την Μερσίνα και την Ελλάδα). Σε σύντομες πρόχειρες σημειώσεις γραμμένες σε μεγάλη ηλικία, ο πατέρας μου, Χρήστος Μπαλόγλου (γεννημένος το 1919), γράφει -- https://sillelis.blogspot.com/2014/04/blog-post.html -- πως "δεν ξέρει πως πότε και γιατί βγήκε ο πατέρας τους από την κρυψώνα του" ("μια κρύπτη που είχανε κάνει σε όλα σχεδόν τα Ελληνικά σπίτια, από φόβο προς τους Τούρκους", μία κρυψώνα που "έκανε την Ξανθίππη να κοιτάζει φοβισμένη προς το μέρος της κάθε φορά που η Τουρκική περίπολος ερχόταν να ψάξει για τον πατέρα τους"), και αναφέρει επίσης ότι τα νέα του θανάτου του έφτασαν στην Σύλλη πριν η υπόλοιπη οικογένεια αναχωρήσει για την Ελλάδα. (Όπως συχνά συμβαίνει, οι χρονιές της εξορίας και του θανάτου που δίνονται (1920 και 1921) δεν είναι σωστές, αν μη τι άλλο ο γιος του Γιώργη Σεβαστός ήταν "ενός έτους" όταν πέθανε στο πλοίο ("Αλέξανδρος") για την Ελλάδα (https://sillelis.blogspot.com/2015/11/1.html ). Eπιβιώσαντες της εξορίας πληροφόρησαν την οικογένεια, "μετά από μερικά χρόνια", ότι ο παππούς μου "πέθανε στην ράχη ενός χαμάλη μέσα σε κουρέλια βρωμιά γεμάτος ψείρα"^ όσο για τον θείο Χαρίτωνα, που "η ευτυχία του ήταν να ακούει το γέλιο της γυναίκας του (απάνω) και το χλιμίντρισμα της φοράδας του (κάτω)", οι λεπτομέρειες του τέλους του δεν φαίνεται να μαθεύτηκαν ποτέ.)

Το μικρό μας δείγμα συμπεριλαμβάνει ιστορίες και θανάτου και επιβίωσης, αρκετά αντιπροσωπευτικές της όλης κατάστασης. Αρκετές προσωπικές ιστορίες ξεχάστηκαν εν μέρει, καθώς οι περισσότεροι επιζήσαντες (και οι απόγονοι τους) προτίμησαν να εστιάσουν στην επιβίωση στην καινούργια γη παρά να ανακαλούν απόμακρους βωβούς θανάτους των αγαπημένων τους... Θα μπορούσε περαιτέρω να επιχειρηματολογήσει κανείς ότι αυτοί που επέζησαν της εξορίας δεν επιθυμούσαν να μιλούν πολύ γι' αυτήν λόγω 'ενοχής' απέναντι σ' αυτούς που δεν επέζησαν, και ακόμη περισσότερο όσοι στάλθηκαν σε 'χαλαρή εξορία' (Καππαδοκία, Σεβάστεια κλπ) ή την απέφυγαν εντελώς...

[Καθώς το σημείωμα αυτό είχε σχεδόν ολοκληρωθεί, ο φίλος μαθηματικός Γιώργος Βασιλειάδης μοιράστηκε μαζί μου ένα όνειρο που είδε πολλά χρόνια πριν: τρέχοντας απελπισμένα να σωθούν κάπου στην Τουρκία, αυτός και ο παππούς του Αβραάμ Βασιλειάδης (ένας Συλλαίος που επέζησε της εξορίας από την Λυκία στο Ερζερούμ) έφτασαν σ' ένα λεωφορείο γεμάτο ανθρώπους με χώρο για ένα και μόνον άτομο ακόμη^ κρατώντας ένα δεντράκι με μωβ λουλούδια και ρίζες τυλιγμένες σ' ένα κομμάτι ύφασμα, ο Αβραάμ παρότρυνε τον Γιώργο να μπει στο λεωφορείο και να φυτέψει το δεντράκι στην Ελλάδα, και ο Γιώργος υπάκουσε, βλέποντας τον παππού του όλο και πιο μακριά... (Κατά κάποιον τρόπο, ακόμη και αυτοί που επιβίωσαν παρέμειναν 'εκεί' δεμένοι στις αναμνήσεις τους, έτσι ώστε οι νεώτεροι θα μπορούσαν να ξαναρχίσουν, 'φυτεύοντας' εκείνες τις απόμακρες αναμνήσεις 'εδώ', στο όνομα τους όπως και να έχει...)]

Όσο για την ίδια την Σύλλη (και την Τουρκία), η εξορία φαίνεται να έχει ξεθωριάσει με το διάβα του χρόνου. Στο άρθρο του "Σχέσεις Μουσουλμάνων και μη Μουσουλμάνων στην Σύλλη" ("Σύλλη και Μουσείο Αγίας Ελένης", Ικόνιο 2013, σελ. 108-121), ο Hasan Basri Sayi γράφει (σελ. 118), αναφερόμενος στην Ανταλλαγή των Πληθυσμών, ότι "Εμπιστεύτηκαν τις περιουσίες τους στους Μουσουλμάνους γείτονες και έφυγαν με βαριά καρδιά. Πρώτα οι άνδρες ξενητεύτηκαν και μετά έναν χρόνο οι γυναίκες. Οι μη Μουσουλμάνοι αποχαιρέτησαν ελπίζοντας να γυρίσουν πίσω. Οι Τούρκοι τους συνόδευσαν μέχρι το Asagi Mesarlik (κοιμητήριο) και αποχαιρέτησαν."

[Κατά ειρωνεία της τύχης, τα αλήστου μνήμης Τάγματα Εργασίας του 1915, που φαίνεται να απουσιάζουν από τις αναμνήσεις των Συλλαίων στην Ελλάδα, αναφέρονται ξεκάθαρα στην ίδια πλούσια Τουρκική έκδοση: στο άρθρο του με τον οδυνηρό τίτλο "Οι δικοί μας που περιθωριοποιήσαμε: Ορθόδοξοι Τούρκοι από το Καραμάν, ομόνοια μεταξύ Μουσουλμάνων και μη Μουσουλμάνων στην Σύλλη" (σελ. 64-91), ο Baris Sarikose γράφει (σελ. 85) για "200 Μουσουλμάνους, 350 Έλληνες και 600 Αρμένιους εργαζόμενους στο Τάγμα Εργασίας Σύλλης, μία στρατιωτική μετόπισθεν υπηρεσία κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου" (χωρίς καθόλου να συζητάει μεταπολεμικά γεγονότα): όπως ανακάλυψε ο Τάκης Σαλκιτζόγλου, η συμμετοχή Ελλήνων της Σύλλης σε ένα τάγμα εργασίας τοποθετημένο στην Ισπαρτά -- και η περιποίηση τους εκεί από εντόπιους Έλληνες -- αναφέρεται στην "Σπάρτη της Μικράς Ασίας" του Β. Η. Βογιατζόγλου (Αθήνα 1986, σελ. 77-78), βλέπε επίσης https://sillelis.blogspot.com/2017/04/isparta-1915.html .]

Με πολλές ευχαριστίες προς όσους και όσες συνεισέφεραν οικογενειακές ιστορίες,

Γιώργος Μπαλόγλου -- Θεσσαλονίκη, Ελλάδα, 2-2-2025

"Όταν ο Ελληνικός Στρατός προήλαυνε στο Τουρκικό έδαφος, τα κανόνια ακουγόντουσαν στο Ικόνιο και η πλατεία του σταθμού γέμιζε από Τούρκους στρατιώτες, τραυματίες σε φορεία, ενώ κάποιοι απ' αυτούς ζητούσαν άσυλο και σε Ελληνικά σπίτια" -- από τις σημειώσεις του Ιωάννη Μηνιάδη, διασωθείσες από τον Ιωάννη Ιεσσαί στο "Αχ, Μικρασία!" της Ναυσικάς Ιεσσαί-Κασιμάτη, σελ. 303.

Βασική Βιβλιογραφία Σύλλης

(1) "Ο Συλλαίος", Νικόλαου Βακαλόπουλου, 'επανεξέταση' Αντώνη Βλασσόπουλου, Ροδολίβος, Σμύρνη/Αθήνα 1909/2022 -- πρωτότυπο του 1909 διαθέσιμο στο https://www.dropbox.com/scl/fi/w871dz9yzyf4tkkg1cz1c/SYLLAIOS-1909.pdf

(2) "Το γλωσσικό ιδίωμα της Σίλλης", Θανάση Κωστάκη, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 1968

(3) "Πρόσφυγες από τη Σίλλη Ικονίου -- Η προσαρμογή ενός πληθυσμού εμπόρων στην Ελλάδα", Νέλλης Μελίδου-Κεφαλά, Κυριακίδης, Θεσσαλονίκη 1984/2016 -- επισκόπηση στο https://sillelis.blogspot.com/2016/03/23-3-2016.html

(4) "Η Σύλλη του Ικονίου -- Μία ελληνική κωμόπολη στην καρδιά της Μικράς Ασίας", Τάκη Α. Σαλκιτζόγλου, Μπαλτάς, Αθήνα 2005/2014 -- επισκόπηση στο https://sillelis.blogspot.com/2017/01/blog-post.html

(5) "Sille and Hagia Eleni Museum", Ilker Mete Mimiroglu (εκδότης), Δημαρχία Σελτσουκίας, Ικόνιο 2013 -- επισκόπηση στο https://sillelis.blogspot.com/2016/06/blog-post_89.html

(6) "Αχ, Μικρασία! -- Σύλλη, η γη των γονιών μας", Ναυσικάς Ιεσσαί-Κασιμάτη, Αρμός, Αθήνα 2018 -- επισκόπηση στο https://sillelis.blogspot.com/2018/11/blog-post.html

(7) "Σύλλη Ικονίου -- Μουσικοχορευτική Παράδοση", Σοφίας Αντ. Καραγαβριηλίδου, Μύρτος, Αθήνα 2018

(8) "Ο Ληξιαρχικός Κώδικας της Σύλλης του Ικονίου", Τάκη Α. Σαλκιτζόγλου, Μύρτος, Αθήνα 2020 -- επισκόπηση στο https://sillelis.blogspot.com/2023/07/1891-1921.html

[available in English at https://www.academia.edu/127419902/The_exile_of_Christian_Silleans_1921_ ]

4 σχόλια:

  1. Το περιεκτικό αυτό το άρθρο με την συνοδευτική επιστημονική τεκμηρίωση καλύπτει ένα κενό στο θέμα. Αφ'ενός παρουσιάζει υπάρχοντα στοιχεία από αξιόπιστες πηγές που ίσως είναι μεν γνωστά αλλά αποσπασματικά, αφέτέρου τα αναδεικνύει σε ένα ενιαίο κείμενο που ασφαλώς θα φανεί χρήσιμο στους μελετητές και αυτούς που αγαπούν την ιστορία της Σύλλης και της Μικρασίας. Είναι σημαντικό ότι, με τα γεγονότα που αναφέρονται και τα σχόλια που ακολουθούν, ο συγγραφέας καταρρίπτει τυχόν εικασίες ότι “κάποιοι Έλληνες της Σύλλης πήγαν στην Σμύρνη γύρω στο 1920 για να αυξήσουν το εκεί ποσοστό του Ελληνικού πληθυσμού εν όψει πιθανής προσάρτησης της." Η ανάρτηση του άρθρου στα Αγγλικά σε ιστότοπο ακαδημαικών εργασιών ασφαλώς θα διευκολύνει την διάδοση. Πολλές ευχαριστίες, αγαπητέ Γιώργο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ευχαριστώ πολύ! Όπως καταδεικνύει το άρθρο, η μνήμη της εξορίας έχει σβηστεί στην Τουρκία, όπου μιλούν για χωριστή αναχώρηση ανδρών και γυναικόπαιδων -- το να έφυγαν κάποιοι Συλλαίοι στην Σμύρνη πριν την εξορία δεν το αποκλείω, αλλά αυτό θα έγινε πιθανώς για επαγγελματικούς λόγους, εμπόριο, κλπ Αυτοί που έφυγαν την άνοιξη του 1921 και μετέπειτα πήγαν ανατολικά, λίγο ή πολύ μακριά, υπό συνθήκες άλλοτε απλώς σκληρές και άλλοτε εξοντωτικές (όπως περιγράφεται στο άρθρο).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Φίλε και Συμπατριώτη Γιώργο , το άρθρο σου αποτελεί ένα ταξίδι μνήμης , μια ωδή στις ψυχές όλων εκείνων που είτε έχασαν τη ζωή τους είτε , με κάποιο τρόπο, γλίτωσαν και στη συνέχεια ξεριζώθηκαν . Η Μικρά Ασία είναι για εμάς τους Μικρασιάτες ένα κομμάτι της ψυχής μας , της ίδιας μας της ύπαρξης. Μιας ύπαρξης με πολλά κενά και θολές εικόνες .
    Το άρθρο σου ήρθε να καλύψει τα κενά , όσο αυτό είναι δυνατό και να μας δώσει περισσότερες εικόνες και πληροφορίες για τον ξεριζωμό. Αποτελεί ιδιαίτερη τιμή για εμένα που συμπεριέλαβες το «όνειρό» μου σε αυτό το ταξίδι . Σε ευχαριστώ θερμά !
    Γιώργος Βασιλειάδης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Γιώργο σ΄ευχαριστούμε θερμά για το ΠΑΝΑΝΘΡΩΠΙΝΟ όνειρο σου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή